Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἡ διακοσιοστή

См. также в других словарях:

  • διακοσιοστῇ — διακοσιοστός two hundredth fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διακοσιοστῆι — διακοσιοστῇ , διακοσιοστός two hundredth fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διακοσιετηρίδα — η 1. συνεχής περίοδος διακοσίων ετών 2. συμπλήρωση διακοσίων χρόνων από ένα γεγονός, διακοσιοστή επέτειος 3. γιορτή για τη διακοσιοστή επέτειο. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1881 στον Ιω. Καμπούρογλου] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»